Προστατευόμενες περιοχές – δυνατότητες απασχόλησης και βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες

Προστατευόμενες περιοχές

Το κόστος της απώλειας της βιοποικιλότητας είναι τεράστιο και η ανάσχεση της κατάστασης αυτής με τη βιώσιμη διαχείριση και τη διατήρηση των προστατευόμενων περιοχών μπορεί να δημιουργήσει σημαντικές ευκαιρίες για απασχόληση.

Η ανάδειξη της αναγκαιότητας προστασίας της βιοποικιλότητας και των δυνατοτήτων που προσφέρει σε μια περίοδο οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής κρίσης ήταν ο στόχος της ημερίδας, με θέμα «Προστατευόμενες περιοχές και πράσινη απασχόληση», που διοργάνωσε ο ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων, Νίκος Χρυσόγελος, χθες, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στις Βρυξέλλες.

Η προστασία των φυσικών περιοχών προσφέρει πολύ σημαντικές ευκαιρίες για απασχόληση, μπορεί να συνδυαστεί με τη δημιουργία θέσεων εργασίας και βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες προς όφελος των τοπικών κοινωνιών, τόνισε ο κ.

Χρυσόγελος παρουσιάζοντας στοιχεία από τη μελέτη «Προστασία περιβάλλοντος και πράσινη απασχόληση» που προετοίμασε το γραφείο του και σχετικές έρευνες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Για να μειωθεί ο κίνδυνος της εξαφάνισης των ειδών και να προστατευτεί αποτελεσματικά η παγκόσμια βιοποικιλότητα απαιτούνται 76 δισ. δολάρια το χρόνο μέχρι το 2020. Αυτό αντιπροσωπεύει το 1% της αξίας των υπηρεσιών των οικοσυστημάτων που χάνονται κάθε χρόνο και μόλις το 20% των ετήσιων παγκόσμιων δαπανών για αναψυκτικά. Το 35% των θέσεων εργασίας (927 εκ. δουλειές) στις αναπτυσσόμενες χώρες και το 7% των θέσεων εργασίας (14,6 εκ. δουλειές) στην ΕΕ εξαρτώνται από τις υπηρεσίες των οικοσυστημάτων, όπως καταδεικνύει έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις «κοινωνικές επιπτώσεις της πολιτικής για τη βιοποικιλότητα».

Το 16,8% των ευρωπαϊκών θέσεων εργασίας έχουν άμεση ή έμμεση σχέση με τους φυσικούς πόρους και στο διάστημα 2000-2010 το ετήσιο κόστος της απώλειας της βιοποικιλότητας και των υπηρεσιών των οικοσυστημάτων ήταν της τάξης των 50 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τη μελέτη «Τα Οικονομικά των Οικοσυστημάτων και της Βιοποικιλότητας».

Η σωρευτική απώλεια της βιοποικιλότητας και των συναφών υπηρεσιών των οικοσυστημάτων μεταξύ 2000 και 2050, αν δεν ληφθούν μέτρα αναστροφής της κατάστασης, θα ισοδυναμεί με 14 τρισ. δολάρια ή με το 7% του παγκόσμιου Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) το 2050.

Επιπλέον, το κείμενο εργασίας της Γενικής Διεύθυνσης Περιβάλλοντος «χρηματοδότηση περιοχών Natura 2000» τονίζει ότι, σύμφωνα με συντηρητικές εκτιμήσεις, η ροή των παροχών από το χερσαίο δίκτυο Natura 2000 είναι της τάξης των 200 έως 300 δισ./ έτος – ή 2-3% του ΑΕΠ της ΕΕ, ενώ το κόστος του είναι μόλις 5,8 δισ./ έτος.

Οι δαπάνες των επισκεπτών που προκύπτουν από τις εκτιμώμενες επισκέψεις ανά έτος σε περιοχές Natura 2000 είναι της τάξης των 50- 85 δισ. ανά έτος και υποστηρίζουν- άμεσα και έμμεσα -μεταξύ 4,5 και 8 εκατ. θέσεις εργασίας πλήρους απασχόληση,, σύμφωνα με τη μελέτη “Estimating the Overall Economic Value of the Benefits provided by the Natura 2000 Network”.

Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, τα οφέλη από τις θαλάσσιες περιοχές Natura 2000 εκτιμώνται στα 1.4-1.5 εκ. / έτος, ποσό που μπορεί να ανέβει στα 6-6.5 εκ. εφόσον το 20% των περιοχών αυτών προστατευθεί αποτελεσματικά.

Οι περιοχές Natura 2000 υπολογίζεται ότι φιλοξενούν 1.2-2.2 εκατομμύρια τουρίστες κάθε χρόνο και τα ψυχαγωγικά οφέλη τους εκτιμώνται στα 5-9 δισ. ευρώ.

Σε πρόσφατη μελέτη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σημειώνεται ότι το κόστος της μη εφαρμογής της υπάρχουσας νομοθεσίας για το περιβάλλον και των μελλοντικών στόχων της βιοποικιλότητας είναι 50 δισ./ έτος, υπογράμμισε ο ευρωβουλευτής των Οικολόγων Πράσινων.

«Σε μία περίοδο κρίσης, όπως αυτή που βιώνουμε σήμερα, η στρατηγική δεν πρέπει να είναι η καταστροφή των περιοχών και η επανάληψη λαθών προηγούμενων δεκαετιών, αλλά μία σύγχρονη πολιτική, η οποία αντιλαμβάνεται την αξία των οικοσυστημάτων, την αξία της βιοποικολότητας, των υπηρεσιών των οικοσυστημάτων έτσι ώστε, πάνω σε αυτό το μοντέλο, να οικοδομήσουμε μία διαφορετική οικονομία που είναι προς όφελος των τοπικών κοινωνιών και προς όφελος της απασχόλησης και της μακροχρόνιας ευημερίας» κατέληξε ο κ. Χρυσόγελος.

Το Δίκτυο Προστατευόμενων Περιοχών στην Ελλάδα Μέχρι το 1995, οι προστατευόμενες περιοχές κάλυπταν το 3% της έκτασης της Ελλάδας, μέχρι το 2000 το 17% και το 2010 το 27%, ανέφερε η καθηγήτρια Βιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, πρόεδρος της Επιτροπής Natura 2000, Δέσποινα Βώκου.

Το Δίκτυο Natura 2000 προστατεύει πάνω από 1000 είδη και περίπου 230 τύπους οικοτόπων, όμως το 30% των οικοτόπων και το 80% των θαλάσσιων οικοτόπων της Ελλάδας βρίσκονται σε μη ικανοποιητική κατάσταση/ανεπαρκή κατάσταση διατήρησης.

Στην Ελλάδα υπάρχουν 29 φορείς διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών (έξι από τους οποίους δεν είναι σε εθνικά πάρκα) και η χρηματοδότησή τους προέρχεται αποκλειστικά από έργα ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Αποστολή τους είναι ο σχεδιασμός και η εφαρμογή δράσεων διαχείρισης, ενημέρωσης, εποπτείας τήρησης της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, έρευνας, ανάδειξης και ενίσχυσης βιώσιμων αναπτυξιακών πρακτικών. Σύμφωνα με στοιχεία του Μαΐου του 2011, στους 27 φορείς διαχείρισης εργάζονταν 276 άτομα, (κατ’ ελάχιστο 3 άτομα, κατά μέγιστο 32). Η πολυπληθέστερη ομάδα είναι οι φύλακες και οι επιστήμονες περιβάλλοντος, που αποτελούν το 34%.

Μερικά από τα επείγοντα θέματα που αφορούν τις προστατευόμενες περιοχές, για τα οποία δεν έχει υπάρξει καμιά σοβαρή ανταπόκριση ώστε να αντιμετωπιστούν, σύμφωνα με την κ. Βώκου, είναι το γεγονός ότι είναι διαχειριστικά μετέωρες σε ποσοστό που υπερβαίνει το 70%, καθώς και ότι για τη μεγάλη πλειονότητα των περιοχών στην αρμοδιότητα των Φορέων Διαχείρισης δεν έχουν εκδοθεί τα αναγκαία προεδρικά διατάγματα -δηλαδή δεν υπάρχει η απαραίτητη θεσμική θωράκιση ούτε είναι αποσαφηνισμένο το καθεστώς της προστασίας τους.

Επιπλέον τόνισε ότι δεν υφίστανται εγκεκριμένα σχέδια διαχείρισης για καμιά περιοχή αρμοδιότητας Φορέων Διαχείρισης (πλην μιας), ότι δεν έχουν τεθεί στόχοι και δεν έχουν καθοριστεί προτεραιότητες διατήρησης, δεν έχει προδιαγραφεί γενικό καθεστώς διαχείρισης για τις Ειδικές Ζώνες Διατήρησης και δεν υπάρχουν δεδομένα παρακολούθησης ειδών και οικοτόπων, τα οποία είναι απολύτως απαραίτητα για την εκπλήρωση συμβατικών υποχρεώσεων της χώρας.

«Η βελτίωση της οργάνωσης των Φορέων Διαχείρισης μέσα από έναν ουσιαστικό διάλογο θα μπορούσε να βοηθήσει την καλύτερη προετοιμασία των τοπικών κοινωνιών για την αξιοποίηση πόρων που θα υπάρχουν τόσο στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, το Ευρωπαϊκό ταμείο Κοινωνικής Συνοχής, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας κι Αλιείας και το Ευρωπαϊκό Ταμείο Γεωργίας και Αγροτικής Ανάπτυξης όσο και σε επιμέρους χρηματοδοτικά εργαλεία» επισήμανε.

Προστασία της φύσης και απασχόληση Το 2008 ξέσπασε η παγκόσμια οικονομική κρίση, απασχολώντας καθημερινά τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο υπολόγισε τότε ότι οι απώλειες στις εταιρείες της Wall Street και του Λονδίνου ήταν της τάξης των 2,5 τρισ. δολαρίων.

Το ίδιο διάστημα, η μελέτη “The Economics of Ecosystems and Biodiversity” (ΤΕΕΒ) υπολόγισε την αξία των απωλειών του παγκόσμιου φυσικού «κεφαλαίου» σε 2 έως 4 τρισεκατομμύρια δολάρια, σημείωσε η Ιόλη Χριστοπούλου από το WWF -Greece.

Tα στοιχεία της έκθεσης του WWF «Ζωντανός Πλανήτης», το 2008, δείχνουν ότι προκειμένου να ικανοποιήσουμε τις απαιτήσεις του τρόπου ζωής μας χρειαστήκαμε 50% περισσότερους πόρους από όσους μπορεί να διατηρήσει ο πλανήτης μας, υπογράμμισε.

«Αλλά και στην Ελλάδα, ζούμε σαν να είχαμε τρεις πλανήτες στη διάθεσή μας ενώ έχουμε μόνο έναν! Ακόμα και σήμερα, συνεχίζουμε να ζούμε εις βάρος του φυσικού μας κεφαλαίου και ο υπερ-δανεισμός αυτός θα έχει αρνητικές επιπτώσεις σε πολύ μεγαλύτερο βάθος χρόνου» τόνισε.

Οι προστατευόμενες περιοχές αποτελούν τον πυρήνα της προστασίας της βιοποικιλότητας, είπε η κ. Χριστοπούλου αναφέροντας ως παράδειγμα τη μόνιμη παρουσία του WWF Ελλάς στη Δαδιά, στη γη των αρπακτικών, στη Θράκη, όπου η οργάνωση έχει επενδύσει περισσότερα από 3 εκ. ευρώ από το 1992, έχει βοηθήσει στην προσέλκυση πάνω από 4,5 εκ. από πόρους της ΕΕ και δημιούργησε θέσεις εργασίας- για μικρότερα ή μεγαλύτερα διαστήματα- για περισσότερους από 85 ανθρώπους.

Επισήμανε ακόμη ότι δεν θα πρέπει να περιορίζονται οι θέσεις εργασίας, που σχετίζονται με τη διατήρηση της βιοποικιλότητας, μόνο στις προστατευόμενες περιοχές αλλά να επεκτείνονται σε τομείς άμεσα σχετιζόμενους με τις υλικές παροχές της ελληνικής φύσης καθώς και πιο έμμεσους, όπως ο τουρισμός, ενώ δεν θα πρέπει να αποκλείονται και πεδία λιγότερο «παραγωγικά» όπως είναι η εκπαίδευση και οι τέχνες.

Τόνισε δε ότι είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί, και με τη συμβολή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ότι στην επόμενη προγραμματική περίοδο 2014-2020, η οποία βρίσκεται σήμερα υπό διαπραγμάτευση, θα υπάρξει σαφής και επαρκής χρηματοδότηση για τις περιοχές Natura και για τη βιοποικιλότητα γενικότερα.

Από την πλευρά του, ο Κωνσταντίνος Παπακωνσταντίνου, περιφερειακός σύμβουλος Δ. Ελλάδας, τόνισε ότι από τις 270 περιοχές Natura 2000 μόλις 100 έχουν ειδικές περιβαλλοντικές μελέτες και μόνο λίγες έχουν ειδικά διαχειριστικά σχέδια που μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως εργαλεία για τη δημιουργία θέσεων εργασίας και για την προσέλκυση πόρων.

Εξέφρασε δε την εκτίμηση ότι στη χώρα μας υπάρχει έλλειψη αποτελεσματικού μηχανισμού για την προσέλκυση και τη χρήση πόρων για τις προστατευόμενες περιοχές και τα προστατευόμενα είδη.

Επιπλέον, τόνισε, είναι δύσκολη η κατανόηση της αξίας της προστασίας της βιοποικιλότητας από τις τοπικές κοινωνίες και ιδιαίτερα από τους αιρετούς εκπροσώπους.

Αναφερόμενος στη διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών και την απασχόληση εκτίμησε ότι είναι ανάγκη να αυξηθούν οι φορείς από 29 σε 50, σημειώνοντας ότι 1000 άτομα προσωπικό δεν είναι μεγάλος αριθμός σε σχέση με το έργο που παράγουν.

Ανέφερε ακόμη ότι τα αναγκαία βήματα για τη δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας σε προστατευόμενες περιοχές είναι η ισχυροποίηση του δικτύου Natura 2000 και η ολοκλήρωση όλων των διαχειριστικών σχεδίων και μελετών για τις περιοχές, η αύξηση των συμμετοχών σε προγράμματα LIFE και η ενσωμάτωση των δραστηριοτήτων των φορέων διαχείρισης στο καθημερινό έργο των τοπικών αρχών.

Αξία και οικονομικά οφέλη από τις προστατευόμενες περιοχές Ο Πρζέμισλαβ Ογκίνσκι από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή χαρακτήρισε το Δίκτυο Προστατευόμενων Περιοχών Natura 2000, «ραχοκοκαλιά της βιοποικιλότητας».

Αναφερόμενος στη στρατηγική της ΕΕ για τη βιοποικιλότητα τόνισε ότι οι έξι κεντρικοί στόχοι είναι: -Πλήρης εφαρμογή της νομοθεσίας για το φυσικό περιβάλλον.

– Διατήρηση και αποκατάσταση των οικοσυστημάτων και των υπηρεσιών. – Αύξηση της συνειδητοποίησης της αξίας της βιοποικιλότητας στον αγροτικό τομέα και τη δασοπονία.

– Επίτευξη μέγιστης βιώσιμης σοδειάς. – Αντιμετώπιση της εισβολής ξένων ειδών. – Προστασία της παγκόσμιας βιοποικιλότητας. Επιπλέον αναφέρθηκε στο Σχέδιο δράσης προτεραιοτήτων (Prioritised Action Frameworks ) που αποτελεί «εργαλείο» προσέγγισης των αναγκών για το Δίκτυο Natura 2000 σημειώνοντας- μεταξύ άλλων – πως κύριοι στόχοι του είναι η ενίσχυση του σχεδιασμού χρηματοδότησης του Δικτύου Natura από κράτη -μέλη της ΕΕ και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ταυτοποίηση των προτεραιοτήτων για τη διαχείρισή του, η αύξηση της συνειδητοποίησης για τα κοινωνικά -οικονομικά οφέλη από αυτό καθώς και η ταυτοποίηση και αποτίμηση άλλων μορφών χρηματοδότησης του δικτύου προστατευόμενων περιοχών.

Από πόρους της ΕΕ, όπως τόνισε, χρηματοδοτούνται μέτρα που αφορούν- μεταξύ άλλων -μελέτες για την ταυτοποίηση των περιοχών και την προετοιμασία σχεδίων διαχείρισης, μέτρα διατήρησης και διαχείρισης, η παρακολούθηση ειδών και ενδιαιτημάτων σε κίνδυνο, οι δράσεις για την αγροτική ανάπτυξη, η διαχείριση κινδύνου, όπως πρόληψη πυρκαγιών και πλημμυρών, η παροχή πληροφοριών, η δημοσιότητα κ.ο.κ.

Το μεγαλύτερο δίκτυο εθνικών πάρκων στην Ευρώπη Ο Ignace Shops, μέλος ΔΣ EUROPARC Federation και διευθυντής του εθνικού πάρκου Hoge Kempen National Park στο Βέλγιο αναφέρθηκε στο μεγαλύτερο δίκτυο εθνικών πάρκων στην Ευρώπη, το EUROPARC, το οποίο αριθμεί 400 μέλη από 36 χώρες.

Η συμβολή τους στην πράσινη οικονομία είναι εμφανής καθώς στο πλαίσιο πάντα της βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης υπάρχουν 107 πιστοποιημένα εθνικά πάρκα σε 13 ευρωπαϊκές χώρες. Τέσσερα εκατομμύρια κάτοικοι ζουν στις περιοχές αυτές και 3206 οργανισμοί και ιδιωτικές επιχειρήσεις συνεργάζονται σε δραστηριότητες συναφείς με τα εθνικά πάρκα, τα οποία δέχονται ετησίως 73 εκατομμύρια επισκέπτες.

Υπολογίζεται ότι επενδύονται 441 εκατομμύρια ευρώ στις προστατευόμενες περιοχές ενώ παράγονται και διακινούνται 700 τοπικά προϊόντα στο πλαίσιο πάντα της βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης.

Ένα δίκτυο, παράδειγμα διαχειριστικής πρακτικής Η Nicole Nowicki, εκπρόσωπος του Eurosite, παρουσίασε το δίκτυο, το οποίο, στο πλαίσιο του Natura 2000, εκτείνεται από τη Φινλανδία ως τον Ατλαντικό και αποτελεί παράδειγμα διαχειριστικής πρακτικής από το 1989 με στόχο την ενίσχυση της πράσινης οικονομίας και των θέσεων απασχόλησης.

Ιδρύθηκε στη Γαλλία ως αποτέλεσμα επιτυχούς διετούς πιλοτικού προγράμματος που ξεκίνησε το 1987 με τη συμμετοχή 24 οργανώσεων στη Βρετανία, την Ολλανδία και τη Γαλλία και εστιάζει στη βελτίωση των πρακτικών προστασίας της φύσης, στην ανταλλαγή γνώσεων και εμπειριών.

Σύμφωνα με την κ. Nowicki, η δικτύωση για τη φύση είναι καθοριστικής σημασίας, καθώς συμβάλει στον εντοπισμό καλών πρακτικών που ενθαρρύνουν τους άλλους.

«Χάθηκαν» οι μισοί υγρότοποι σε έναν και πλέον αιώνα Εκπροσωπώντας το Ινστιτούτο Ευρωπαϊκής Περιβαλλοντικής Πολιτικής (IEEP) και την UNEP, o Patrick Ten Brink τόνισε ότι από το 1900 καταγράφηκε απώλεια του 50% των υγροτόπων σε παγκόσμιο επίπεδο, χάθηκε το 20% των κοραλλιογενών υφάλων, το 24% από τους εναπομείναντες κοραλλιογενείς υφάλους είναι σε κίνδυνο και το 40% των δασικών εκτάσεων έχει συρρικνωθεί.

Ο κ. Ten Brink μίλησε για την αναγκαιότητα προστασίας της βιοποικιλότητας ως προϋπόθεση της πράσινης οικονομίας αναφέροντας το παράδειγμα της Μαύρης Θάλασσας, όπου το 1980 η εμφάνιση είδους εισβολέα στο θαλάσσιο οικοσύστημα είχε σαν αποτέλεσμα να χαθούν 150.000 θέσεις εργασίας στην αλιεία! Αναφερόμενος στα οικονομικά της φύσης και στα οφέλη του Natura 2000 τόνισε ότι στην Ισπανία υπολογίζεται ότι η εφαρμογή του Natura 2000 απέδωσε αύξηση μεταξύ 0,1-0,26% του ΑΕΠ και 12.792 θέσεις εργασίας.

«Απόδοση» 1 προς 20 Το εθνικό πάρκο Wattenmeer στη Γερμανία προσελκύει το 23% των τουριστών της περιοχής και αποφέρει έσοδα πάνω από 100 εκατ. ευρώ.

Στη δε Φιλανδία, τα εθνικά πάρκα υπολογίζεται ότι απέφεραν 70,1 εκ. ευρώ έσοδα και στηρίχθηκε η απασχόληση με 839 άτομα κάθε έτος, ενώ γενικά υπολογίζεται ότι η δημόσια επένδυση 1 ευρώ στις προστατευόμενες περιοχές αποδίδει 20 ευρώ.

ΠΗΓΗ

Tagged

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.