To ζώο της εβδομάδας φέρνει στο μυαλό μας παραμύθια και μύθους αλλά και κομμάτια της ιστορίας της Ελλάδας, αφού η προστάτιδα της Αθήνας ήταν η θεά της σοφίας, Αθηνά, με την κουκουβάγια να είναι το ζώο/σύμβολό της, καθώς συμβολίζει τη γνώση και τη σοφία. Η πρώτη λέξη του επιστημονικού της ονόματος (Athene) προέρχεται ακριβώς από τη θεά Αθηνά της οποίας ήταν και το σύμβολο και ιερό ζώο, ενώ η δεύτερη λέξη (noctua) προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη νυξ=αγρυπνώ ή/και τη λατινική noc=νύχτα, προφανώς περιγράφοντας τον κυρίως νυκτόβιο τρόπο ζωής της κουκουβάγιας. Η δε λέξη «κουκουβάγια» στην ουσία είναι μια ηχομιμητική λέξη από τον ήχο «κουκουβάου» που είναι ο ήχος που μοιάζει να βγάζει το ζώο σε ορισμένες περιπτώσεις.
Η κουκουβάγια είναι μια από τις μικρόσωμες γλαύκες (την ομάδα πτηνών που περιλαμβάνει όλες τις κουκουβάγιες, μπούφους, γκιώνηδες, νυχτοπούλια, κ.λπ.) με μήκος που φτάνει τα 28 εκατοστά, βάρος μέχρι και 200 γραμμάρια και άνοιγμα φτερών μέχρι και 58 εκατοστά. Αν και μικρόσωμη έχει στιβαρή κατασκευή σώματος, μεγάλο κεφάλι με κίτρινα μάτια, μακριά πόδια (για τα δεδομένα των γλαυκών) και κοντή ουρά. Το χρώμα της ραχιαία είναι καστανό με λευκές κηλίδες, ενώ κοιλιακά είναι υπόλευκη με καστανές ρίγες πιο πυκνές στην περιοχή του στήθους. Είναι μόνιμος κάτοικος ανοικτών εκτάσεων και αγροτικών περιοχών με βράχια, φυτοφράκτες, σκόρπια δέντρα, ξερολιθιές, στάνες. Συχνά βρίσκεται σε ανθρωπογενείς βιοτόπους όπως αγροτικούς οικισμούς, κάστρα, αρχαιολογικούς χώρους. Δραστηριοποιείται το σούρουπο και τη νύχτα αλλά και εν μέρει την ημέρα όπου τη βλέπουμε να κάθεται σε στέγες, σύρματα, φράκτες να παρατηρεί την γύρω περιοχή. Φωλιάζει σε κουφάλες δέντρων, σε τρύπες κτιρίων αλλά και σε τρύπες σε πρανή του εδάφους, και τροφή του αποτελούν θηλαστικά μικρού μεγέθους, μικρά πουλιά, μικρόσωμα ερπετά και αμφίβια και ασπόνδυλα (έντομα, σκώληκες). Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της είναι ότι όταν της τραβήξει την προσοχή κάτι και το παρατηρεί με περιέργεια ανεβοκατεβάζει το κεφάλι της, κίνηση που θεωρείται ότι ενισχύει την ήδη εξαιρετική στερεοσκοπική της όραση.
Η κουκουβάγια προστατεύεται «χαλαρά» σε εθνικό όσο και σε κοινοτικό και διεθνές επίπεδο εντασσόμενος σε λίγες συμβάσεις και καταλόγους. Ο κρυπτικός κυρίως νυκτόβιος τρόπος ζωής της -μολονότι λιγότερο από τις υπόλοιπες γλαύκες- και η γενικότερη αποδοχή και συμπάθεια του ζώου από τον κόσμο μεταφράζονται σε ελάχιστες άμεσες πιέσεις. Όμως έμμεσες πιέσεις από τις ανθρώπινες δραστηριότητες επιδρούν αρνητικά στους πληθυσμούς της κουκουβάγιας, απειλές που σχετίζονται με τη χρήση μυοκτόνων δηλητήριων, εντομοκτόνων και φυτοφαρμάκων και με τη συρρίκνωση και υποβάθμιση των βιοτόπων που φωλιάζει, αναπαράγεται και κυνηγά.
Η προστατευόμενη περιοχή του όρους Πάρνωνα και υγροτόπου Μουστού αποτελεί ένα φιλόξενο σπιτικό για την κουκουβάγια και πρέπει να διατηρηθεί έτσι και στο μέλλον. Η εμφάνισή της κατά τη διάρκεια της ημέρας σε μια στέγη να παρατηρεί τριγύρω θα εκπλήξει ευχάριστα τον επισκέπτη ή ακόμα και τον κάτοικο της περιοχής -αφού έχουμε συνδυάσει τις γλαύκες με τη νύχτα- όπως και το πολύ μικρό της μέγεθος που της δίνει μια ακόμα περισσότερο συμπαθητική εικόνα. Όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, παρά το μικρό μέγεθος και τη συμπαθητική εμφάνιση, πρόκειται για έναν ικανότατο και αποτελεσματικότατο κυνηγό που επιβιώνει «βγάζοντας» το ψωμί του δίπλα στον άνθρωπο.